- ισοτονικός
- -ή, -όφρ.1. «ισοτονική συστολή» — η μυϊκή συστολή κατά την οποία η αναπτυσσόμενη δύναμη παραμένει σταθερή, ενώ το μήκος τού μυός μεταβάλλεται2. «ισοτονικά διαλύματα» — ισότονα διαλύματα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. isotonique < iso-ton (πρβλ. ισό-τονος) + -ique (πρβλ. -ικός)].
Dictionary of Greek. 2013.